Annual Christmas Gala Dinner
Απόσπασμα της Ομιλίας του Πρoέδρου του Ελληνο-Σουηδικού Επιμελητηρίου, κ. Ιωάννη Δ. Σαρακάκη
Με ιδιαίτερη ανησυχία ο επιχειρηματικός κόσμος παρακολουθεί τις εξελίξεις των τελευταίων εβδομάδων. Η σταθερότητα που έδωσε ώθηση στην ανάληψη επιχειρηματικών πρωτοβουλιών και την εντυπωσιακή ανάκαμψη του τουρισμού ενίσχυσε και ενέπνευσε την εμπιστοσύνη στους πολίτες για να αυξήσουν την κατανάλωση με αποτέλεσμα την τόνωση της εθνικής οικονομίας. Τώρα η εμπιστοσύνη δείχνει πάλι να κινδυνεύει. Αυτή τη φορά η απειλή δεν προέρχεται από τις οικονομικές επιδόσεις της χώρας αλλά από τον κίνδυνο της πολιτικής αστάθειας.
Βλέπουμε με απορία τους τόνους στον πολιτικό διάλογο να οξύνονται και να δημιουργούνται εύλογα ερωτηματικά για το κατά πόσον θα είναι δυνατή κάποιου είδους συναίνεση, που είναι η μόνη ρεαλιστική διέξοδος και βιώσιμη επιλογή. Η εντύπωση που έχει δημιουργηθεί είναι ότι οι πολιτικές δυνάμεις απευθύνονται σε διαφορετικά ακροατήρια και όχι στον ελληνικό λαό που στο σύνολο του αγωνιά για την κατάσταση της χώρας.
Δυστυχώς, μετά από πέντε χρόνια βαθιάς κρίσης τα παθήματα δεν έγιναν μαθήματα. Δεν αντιλαμβανόμαστε την αλληλεξάρτηση που υπάρχει σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Οι λύσεις δεν είναι πάντοτε εύκολες ούτε όλοι οι Γόρδιοι Δεσμοί μπορούν να λύνονται με το σπαθί. Είναι ορατός πλέον ο κίνδυνος να ανοίξουμε εμείς οι ίδιοι το κουτί της Πανδώρας.
Οι άλλες χώρες που αναγκάστηκαν να υιοθετήσουν αντίστοιχα προγράμματα μετά από εμάς έχουν ήδη εξέλθει και βρίσκονται σε τροχιά ανάκαμψης. Ας διδαχθούμε από αυτές. Αν και διαφορετικές περιπτώσεις και συνθήκες, υπάρχουν ορισμένα στοιχεία που πρέπει να αξιοποιήσουμε: Μεγαλύτερη συναίνεση, ισχυρότερη θέληση για μεταρρυθμίσεις και μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στις δυνάμεις τους. Οι πολιτικές δυνάμεις των χωρών αυτών όπως και πολλών άλλων πριν από αυτές, δεν επιχείρησαν να μεταθέσουν τις ευθύνες σε τρίτους. Υιοθέτησαν τα προγράμματα προσαρμογής με μεγάλο πολιτικό κόστος και καθοδήγησαν αποτελεσματικά την εφαρμογή τους.
Όσο άχαρο και οδυνηρό και αν είναι, η μεταρρυθμιστική προσπάθεια πρέπει να συνεχιστεί. Είναι η μόνη υπεύθυνη οδός. Από την ομιλία του Πρωθυπουργού Göran Persson, σημείωσα το εξής:
«Χρειάζονται τουλάχιστον 200 διαφορετικές αποφάσεις του Κοινοβουλίου, 200 πλειοψηφίες σε ψηφοφορίες για τις δράσεις που πρέπει να ληφθούν. Και αν επιτύχετε τις πρώτες 150 αλλά αποτύχετε στις τελευταίες 50, τότε μπορεί να ξανακυλήσετε και να χρειαστεί να ξαναρχίσετε από την αρχή».
Το βέβαιο είναι πως δεν αντέχουμε να ξαναρχίσουμε από την αρχή. Η κοινωνία, παρά την πρόοδο που έχει επιτευχθεί τα τελευταία χρόνια στα οικονομικά μεγέθη, είναι πιο αποδυναμωμένη σε σχέση με το παρελθόν. Όπως η κρίση δεν δημιουργήθηκε σε μια μέρα έτσι και η έξοδος από αυτή θα απαιτήσει χρόνο. Δυστυχώς, ορισμένες αδυναμίες και αντιφάσεις του οικονομικού μας συστήματος έμειναν χωρίς αντιμετώπιση επί δεκαετίες. Στην πορεία εμφανίστηκαν και άλλες και καθώς το διεθνές περιβάλλον έγινε σταδιακά πιο απαιτητικό, τα προβλήματα ήρθαν στην επιφάνεια. Η λογική να τα κρύψουμε πάλι κάτω από το χαλί, να προφασιστούμε ότι δεν υπάρχουν, είναι αδιέξοδη. Δεν υπάρχουν περιθώρια αναβολής. Η εκτίναξη του κόστους δανεισμού του δημοσίου αποδεικνύει την έλλειψη εμπιστοσύνης σε λύσεις που δεν είναι επαρκώς τεκμηριωμένες ή σε προσπάθειες που δεν στηρίζονται σε στέρεες βάσεις. Η καχυποψία των αγορών είναι επιμερισμένη σε όλες τις πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις.
Επιπλέον, η Ευρώπη, κουρασμένη από το συνεχιζόμενο Ελληνικό αδιέξοδο αλλά ταυτόχρονα καλύτερα προφυλαγμένη από αυτό, και, παράλληλα, αντιμέτωπη με τα δικά της ποικίλα προβλήματα, πιθανώς να μην έχει την διάθεση να βοηθήσει ξανά την χώρα μας στην ίδια έκταση με το παρελθόν. Βλέπουμε ήδη τις ισχυρές αντιδράσεις και την επανάκαμψη των αμφιβολιών μεταξύ των εταίρων μας. Ας μην τις ενδυναμώσουμε με τη συμπεριφορά μας.
Η αντίδραση των αγορών, μπορεί να είναι υπερβολική και για ορισμένους αναλυτές αδικαιολόγητη. Αλλά οι αγορές δεν απειλούνται. Ούτε υποτάσσονται μεμονωμένα από μια χώρα. Ενδεχομένως απαιτούνται καλύτεροι μηχανισμοί ρύθμισης αλλά αυτό είναι ένα άλλο θέμα και σε κάθε περίπτωση απαιτεί μια συλλογική προσπάθεια διεθνών οργανισμών. Διαφορετικά κινδυνεύουμε να κατηγορηθούμε ότι κυνηγάμε ανεμόμυλους.
Ευελπιστούμε ότι έστω και την τελευταία στιγμή θα επικρατήσει η λογική και ο ρεαλισμός και το πολιτικό σύστημα με υπευθυνότητα να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και να προστατεύσει την Ελλάδα μας από μια διολίσθηση στην αβεβαιότητα και το χάος. Οι συλλογικοί φορείς της επιχειρηματικότητας έχουν την υποχρέωση να απευθυνθούν στους πολίτες και τους πολιτικούς και να απαιτήσουν μια νηφάλια και τεκμηριωμένη αντιπαράθεση με βάση επιχειρήματα.
Από τη δική μας την πλευρά δεν μπορούμε να μείνουμε στα λόγια. Ήδη ακόμα και μέσα στην κρίση και σε καθεστώς περιορισμένης ρευστότητας οι επιχειρήσεις έχουν αναλάβει σημαντικά επενδυτικά σχέδια. Μια υπεύθυνη, υγιής επιχειρηματικότητα που έχει μάθει από τα λάθη του παρελθόντος μπορεί να συνεισφέρει αποτελεσματικά στην ανάκαμψη της οικονομίας στην χώρα μας και τη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης. Σήμερα απαιτείται μια νέα προσέγγιση από όλους μας. Οι επιχειρήσεις μας πρέπει να στραφούν στην καινοτομία και να αποκτήσουν ισχυρότερη κοινωνική υπευθυνότητα. Να αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες από το ΕΣΠΑ 2014-20 και την επιχειρούμενη στροφή στην καινοτομία και να απευθυνθούν στις διεθνείς αγορές με αξιώσεις. Με αυτό τον τρόπο θα δημιουργήσουμε νέες αξίες και θα ενισχύσουμε την ανταγωνιστικότητα του οικονομικού μας συστήματος προσελκύοντας νέα κεφάλαια και ανακτώντας την εμπιστοσύνη των αγορών.
Ως Έλληνες επιχειρηματίες, οφείλουμε να είμαστε, και είμαστε αισιόδοξοι. Ξέρουμε καλά ότι εμείς θα σηκώσουμε το βάρος της ανασυγκρότησης και της ανάκαμψης της χώρας μας. Ακόμα και υπο αντίξοες συνθήκες, η επιχειρηματικότητα –η υγιής επιχειρηματικότητα- θα βρει τον ιδανικό τρόπο να οδηγήσει τον τόπο στην ανάκαμψη και την πρόοδο. Ας πιστέψουμε λοιπόν στις ικανότητές μας και ας τολμήσουμε. Η Ελλάδα θα ανταποκριθεί εκπλήσσοντάς μας!